2011

Michel Foucault

Μισέλ Φουκώ, [20]+[10] χρόνια μετά.

Διασταυρώσεις και συμπτώσεις.

Το φθινόπωρο του 2004 το Παρίσι ή τουλάχιστον κάποιες από τις «φυλές» του οργάνωσαν αφιέρωμα (βιβλία, φωτογραφίες, θέατρο, κινηματογράφος, συζητήσεις…) στον Μισέλ Φουκώ.  Πολλά κείμενα έχουν γραφτεί για τη ζωή, το έργο, τη ζωή και το έργο του, για το «φαινόμενο Φουκώ», για την κρυφή και τη φανερή ζωή του.  Η αναγνώρισή του από το τμήμα πανεπιστημιακής κοινότητας των Η.Π.Α. και η διεθνής παρουσία του (πχ Ιαπωνία, Λατινική Αμερική) έχει (και είχε) ξαφνιάσει πολλούς-θετικά ή αρνητικά.  Το «Έτος Φουκώ» σύμφωνα με τη συνήθεια επίσημης απόδοσης τιμών και αναγνώρισης της σημαντικής προσφοράς των διακεκριμένων, εξαιρετικών ανδρών ή γυναικών ξαναφέρνει στον ορίζοντα ζητήματα, θέματα, συγκρούσεις και αναμνήσεις, μικρά ή μεγάλα γεγονότα και πάθη.

Στην ατέρμονη παραγωγή κειμένων γι’ αυτόν που δήλωσε: ότι δεν είμαι “auteur” και ότι δεν πρόκειται να αφήσω χειρόγραφα και εργασίες σε φάση διαμόρφωσης, μοιάζει παράδοξη καμιά φορά η προσθήκη ενός σημειώματος.  Ωστόσο, στο βουητό και την παρέλαση των αναλύσεων και των αφηγήσεων μια μαρτυρία μπορεί να δώσει μια ξεχωριστή «γεύση» ή πτυχή.  Όπως μια βελγική πραλίνα με τη ξεχωριστή γεύση της, καθώς αυτή αναδύεται στο σπάσιμο της στο στόμα, έτσι μια λεπτομέρεια (βιωματική ή θεωρητική) μπορεί να φωτίσει, έστω και σε μικρή κλίμακα, τον ορυμαγδό των μεγάλων διηγήσεων.

Επιφορτισμένος στο πλαίσιο ερευνητικής ομάδας στο Ινστιτούτο Προστασίας Πληθυσμών/Εργαστήριο Κοινωνικών και Οικονομικών ερευνών (1973-1978) να εξασφαλίσω μια μορφή διεπιστημονικότητας, προσπάθησα να μεταφέρω ότι «καλύτερο» ή ότι πιο «σύγχρονο» ή πιο «μοδάτο» από την επιστημονική και στοχαστική παραγωγή του Παρισιού, στο κέντρο των ενδιαφερόντων των ερευνητών που τους χαρακτήριζε με ποικιλία καταγωγών, εμπειριών και ειδικοτήτων.  Έτσι άρχισα να παρακολουθώ το σεμινάριο του Μ. Φουκώ στο College de France (Κολέγιο της Γαλλίας).  Το σεμινάριο αυτό όπως και τα άλλα του Κολεγίου, ήταν ανοιχτό στο κοινό και στην ουσία περιλάμβανε διαλέξεις σε σχέση με τις πιο άμεσα ερευνητικές εργασίες του καθηγητή Φουκώ.  Ο ομιλητής-καθηγητής του Κολεγίου παρουσιάζει «εξ καθέδρας» κύκλο εισηγήσεων-αναφορών σ’ ένα θέμα που ανακοινώνεται στις αρχές του χρόνου, χωρίς συζήτηση στο τέλος, χωρίς διακοπές, χωρίς ερωτήματα.  Δεν υπάρχει εγγραφή και οποιαδήποτε άλλη υποχρέωση.  Οι καθηγητές του κολεγίου οργανώνουν (παράλληλα) ειδικά κλειστά σεμινάρια με τους στενούς συνεργάτες τους ή σπουδαστές που ετοιμάζουν διατριβές σε θέματα ενδιαφέροντός τους.  Οι καθηγητές στην ουσία, παρουσιάζουν στους ενδιαφερόμενους την ανέλιξη των αναζητήσεών του.  Το Κολέγιο εξάλλου έγινε γι’ αυτό το λόγο.  Έτσι η πιο προχωρημένη γνώση μεταφέρεται άμεσα χωρίς να παρεμβληθεί η πανεπιστημιακή ή ακαδημαϊκή μηχανή.  Οι καθηγητές βέβαια εκλέγονται στο όνομα της πρωτοτυπίας και της εμβέλειας του έργου τους, άσχετα αν αυτό πραγματοποιήθηκε μέσα ή έξω από τους εκπαιδευτικούς θεσμούς.

Ο αρχειολόγος (archiviste) Μ. Φουκώ έμπαινε πολύ γρήγορα και δυναμικά, και καθισμένος σ’ ένα είδος γραφείου άρχιζε αμέσως την ομιλία του· προετοιμασμένος με τα χειρόγραφα μπροστά του  πραγμάτωνε, διαμόρφωνε το λόγο του ως φοβερή μηχανή λόγου-λογισμού (discours).  Μου έδινε την εντύπωση ότι υπηρετούσε τη γνώση και μόνο τη γνώση· το μυαλό του, το σώμα του, η γλώσσα και το στόμα του ήταν μια διάταξη (dispositif) που άλεθε τα μαθήματα, τα παθήματα και τα αμαρτήματα μ’ ένα ρυθμό σταθερό και αποστασιοποιημένο από τους ακροατές.  Τα σεμινάρια που παρακολούθησα ήταν κυρίως η πρώτη ύλη – το υλικό για τα βιβλία του «Επιτήρηση και τιμωρία» (Surveiller et punir).

Μια φορά μόνο η «τρομερή» εκφορά σταμάτησε καθώς ένα γερμανός (όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια) προσπάθησε να τον φωτογραφήσει και αυτός αρνήθηκε με σχεδόν βίαιο τρόπο.  Επίσης μια  άλλη φορά περιέγραφε με τη ρητορική δεινότητα τους τρόπους ελέγχου των εφήβων προκειμένου να μην επιδοθούν στον αυνανισμό, εμεινε σιωπηλός για κάποια δευτερόλεπτα, γύρισε προς το άγαλμα του Bergson (είχε εκλεγεί ο ίδιος ο Φουκώ στη γενεαλογική γραμμή του γάλλου φιλοσόφου) και ζήτησε συγνώμη που γέμισε την αίθουσα με τις λέξεις-αναφορές σε σεξουαλικές πρακτικές, σε βασανιστήρια και δημόσιες τελετές θανάτωσης.  Στη συνέχεια βέβαια ξαναπήρε το ρυθμό της εκφοράς του κι ένας καταιγισμός λέξεων και φράσεων ενέπεσε στους σιωπηλούς «θαυμαστές» του.  Διατηρώ ακόμη την αίσθηση ενός σχεδόν ρομποτικού σχηματισμού παραγωγής και εκτόξευσης λόγου.  Ιδιαίτερα οι συσπάσεις, οι κινήσεις και οι μικρομορφασμοί του μου έδιναν την εντύπωση ενός κρανίου σε πλήρη λειτουργία, χάρη σ’ενα αεικίνητο μυαλό και τους μυς της κεφαλής του.  Μια κομμένη κεφαλή (των παλιών τσίρκων) σε παροξυσμό λαλιάς και ανάλυσης.

Περιττό να λεχθεί από τον ποταμό των ιδεών των όρων-εννοιών και των στοιχείων πόσα πολλά μετέφερα στην ερευνητική ομάδα και στης διατριβές μου.  Μάλιστα στον ενθουσιασμό μου του έγραψα γράμμα στο οποίο εξηγούσα τις ερευνητικές μου προσπάθειες για τις κοινωνικές και πολιτιστικές διαστάσεις στη λήψη των αποφάσεων και της τεχνοεπιστήμης στις σύγχρονες κοινωνίες και του ζήτησα να είμαι μέλος της εξεταστικής επιτροπής στη φάση της δημόσιας υποστήριξης της διατριβής μου (Doctorat d’ Etat).  Δεν πήρα απάντηση και στο τέλος ενός σεμιναρίου τον ρώτησα αν ποτέ έλαβε το γράμμα μου.  Η απάντηση του ήταν ευγενική, αλλά, ταυτόχρονα «κοφτή», ότι για λόγους προσωπικής δεοντολογίας δεν συμμετέχει σε υποστηρίξεις διατριβών.  Ένοιωσα μίγμα ανακούφισης και απογοήτευσης απ’ αυτή τη στάση του.

Τα τελευταία σεμινάρια στο Κολέγιο είχαν προσελκύσει τόσους ακροατές ώστε άνοιξαν κι άλλη αίθουσα και με τη βοήθεια εσωτερικής τηλεόρασης προσπάθησαν να ικανοποιήσουν τη ζήτηση μόνο που έμοιαζε πια σαν λειτουργία.  Χάθηκε δηλαδή αυτή η επαφή σώμα με σώμα και ο ίδιος ίσως να ένιωθε τις αρνητικές συνέπειες της επιτυχίας του.  Ίσως να είχε γίνει του «συρμού», συμμετέχοντας έτσι στο σύστημα των αστέρων της διανόησης του Παρισιού της δεκαετίας του 1970.  Για πολλούς ήταν το προμήνυμα μιας μη αντιστρέψιμης φθοράς ή «παρακμής» της γαλλικής σχολής, σκέψης και ιδιαίτερα του στρουκτουραλισμού – δομισμού (structuralism).

Στη συνέχεια μια σειρά από καταστάσεις έδωσαν ευκαιρίες για μια έμμεση διασταύρωσή μου με τον συγγραφέα των «Λέξεων και των πραγμάτων».  Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ήρθε στην Ελλάδα, ο James Faubion, νέος ταλαντούχος ανθρωπολόγος από την ομάδα του καθ. PaulRabinow και του καθ. Hubert Dreyfus (Berkeley, Καλιφόρνια, Η.Π.Α.) για την εργασία πεδίου στην Ελλάδα σε αναφορά με το ζήτημα της νεοτερικότητας.  Η ομάδα της Καλιφόρνιας δέχθηκε το Μ. Φουκώ, έτσι είχα την ευκαιρία να μάθω για τις ημέρες και τα έργα του, τις διαλέξεις και την έρευνα του.  Ο καθ. Αλέξανδρος Νεχαμάς από το Princeton University βρέθηκε κι αυτός στην ίδια εποχή στην Καλιφόρνια και μου έδωσε μια εικόνα της σύμπραξής τους στα μαθήματα φιλοσοφίας.  Από τους «πληροφοριοδότες» μου διαπίστωσα ότι η απαρχή της πρόσκλησης για το Φουκώ ήταν η συζήτηση ανάμεσα στον Paul Rabinow και τον John Searle (καθηγητή της φιλοσοφίας που ξαναπήρε τις ιδέες γύρω από speech act και τις ανέπτυξε μέχρι που τους έδωσε και μια μαθηματικο-υπολογιστική (computerized) εκδοχή), κατά πόσον ο Μ. Φουκώ ήταν δομιστής ή όχι.  Ο Searle πίστευε πως «ναι» και οι Rabinow και Dreyfus τον κάλεσαν να διαπιστώσουν την υπόσταση, το στίγμα της foucaldian thought – της σκέψης του Φουκώ στο σύγχρονο στοχασμό.  Από αυτές τις ζυμώσεις προέκυψε το βιβλίο των δυο ανθρωπολόγων με τίτλο “Michel Foucault, un parcours philosophique”.  Βέβαια, αυτή την εποχή ο Φουκώ είχε σοβαρά προβλήματα υγείας, αλλά όλοι ήταν εκεί να τον βοηθήσουν για τις διαλέξεις του.

Η δεύτερη σημαντική διασταύρωση μου έγινε στη δεκαετία του 1990, όταν στο ευρωπαϊκό επίπεδο αναπτύχθηκαν δίχτυα για την αντιμετώπιση του AIDS.  Πολλές ιδέες του Μ. Φουκώ ήταν παρούσες στις συζητήσεις και τις αναφορές των μελών του δικτύου.  Ιδιαίτερα, πολλά μέλη της γαλλικής μη κυβερνητικής ομάδας – aides (ο ιδρυτής της ήταν συνεργάτης του Μ. Φουκώ, ο Daniel Defert) θεωρούσαν ότι λειτουργούσαν στον αστερισμό του επιστημολόγου της «Αρχαιολογίας της γνώσης».  Επίσης, αρκετά μέλη της  υπερδραστήριας οργάνωσης για το AIDS: Act-up της Γαλλίας προέρχονται από τον κύκλο του.  Πολλοί όμως, δεν τον είχαν γνωρίσει ούτε είχαν ακούσει τον ίδιο να μιλάει ή να διδάσκει, ωστόσο υπήρχε η αίσθηση ότι ήταν εκεί ως πατριαρχική μορφή, ως απαρχή και ως προτυπο

Οι προαναφερόμενες μικρές ιστορίες δείχνουν πως οι πρακτικές, τα βιβλία, οι ιδέες και τα θραύσματα ζωής των στοχαστών- διανοητών διαχέονται στο χωροχρόνο.  Σε μια επικούρεια προοπτική, δηλαδή του κλίναμεν και της παρέκκλισης, διαφαίνεται πως τα ελάχιστα και τα μέγιστα συμπλέκονται με απρόσμενο τρόπο.  Εξάλλου ο Μ. Φουκώ προσπάθησε να ξαναφέρει, έστω με λανθάνοντα τρόπο το ζήτημα της «Ελευθερίας» σ’ ένα κόσμο όπου βασιλεύει ο αιτιοκρατισμός· ήταν ένας «σεμνός» μαθητής του επίκουρου.  Τα επίσημα αφιερώματα συνήθως τονίζουν τα μέγιστα, τα ελάχιστα αναμένουν για να αναδυθούν ίσως στον ορίζοντα των μελλοντικών ιστορικών προσεγγίσεων.

Βιβλιογραφία

 

Μ. Φουκώ (1926, Poitiers –1984, Paris).  Άρχειολόγος, Φιλόσοφος και κοινωνικο-πολιτιστικός ακτιβιστής (φυλακές).  Εκλέχθηκε καθηγητής στο College de France 1970.  Κυριότερα βιβλία του:

«Γέννηση της Κλινικής» (1962)

«Οι λέξεις και τα πράγματα» (1966)

«Η Αρχαιολογία της Γνώσης» (1969)

«Εγώ ο Pierre Rivieve…» (1973)

«Επιτήρηση και Τιμωρία» (1975)

«Ιστορία της Σεξουαλικότητας» (1976-)

Διαλέξεις, Η.Π.Α. σε πολά Παν/μια: Berkeley, SUNY, Stanford κα.

Το έργο του έχει επηρεάσει την φιλοσοφία, την επιστημολογία, τις κοινωνικές επιστήμες και τις θεωρίες για τη λογοτεχνία.


2009 | Poeteka, Albanie

Alpha-bêtes. De ciel, de terre

  1. Dans la tradition chinoise, « shu » désigne l’écriture et « shufa » J’écriture-art». Cette dernière, loin de se limiter à« l’art d’écrire» ou à« l’art de J’écriture», ou encore à la« calligraphie» telle qu’elle est conçue dans le monde occidental, est une tentative de conjuguer, d’articuler« peinture », «poésie» et« musique », conformément, bien sûr, aux catégories analytiques qui prévalent en Europe.
  2. Certes, la tradition occidentale est riche de manuscrits, œuvres des moines byzantins, catholiques-cisterciens etc., et le monde arabe orne les murs de ses mosquées de motifs calligraphiés à l’intention des fidèles musulmans; mais la tradition chinoise et japonaise, elle, a cultivé des « formes calligraphiques» -œuvres d’art, qui étaient néanmoins reconnaissables et lisibles dans l’art de l’écriture, sans être réservées aux seuls initiés.
  3. Le pinceau des Chinois et des Japonais n’est pas un simple outil susceptible de donner forme aux lettres, de les disposer sur la page blanche; c’est un dispositif/instrument qui permet d’imprimer la théâtralité des idéogrammes, des logogrammes et des pictogrammes et de mettre ainsi en place pour des années les règles de l’expressivité en la matière. Il s’agit en réalité d’un art en mouvement et d’un art du mouvement.
  4. Quelle importance peut bien avoir cette tradition? Dans quelle mesure faut-il encourager le monde contemporain (si puissant sur le plan techno 1ogique ) à s’ intéresser à cette tradition spécifique? Si l’alphabet tend à prévaloir, révélant ses formidables vertus, comment expliquer alors ce recours aux « mystères» de l’écriture chinoise? Au bout du compte, à quel point le triomphe de l’alphabet s’impose-t-il comme une certitude?
  5. Les nouvelles technologies de l’informatique et de la télécommunication, loin de se réduire à un support matériel pour la production et la diffusion du sens (et du non-sens), sont aussi la dominante au sein de laquelle se développent les démarches communicatives, et se posent des interrogations fondamentales concernant les relations entre l’image, le mot et l’expression artistique, entre l’écriture et la peinture, entre les codes et les règles ou les conventions morphoplastiques, pour aujourd’hui et surtout pour demain.
  6. Les relations évoquées ci-dessus ne prétendent pas recenser sur un mode exhaustif les questions que génère l’intrusion des nouveaux systèmes technologiques dans toute activité humaine, et principalement dans celles qui mettent enjeu la pensée proprement dite, l’imaginaire et le rêve. Les évolutions technologiques ne sont pas l’unique raison qui nous pousse à réexaminer les relations entre le signe, les .symboles, les images et les discours dans le monde contemporain, dès lors que le développement technologique fonctionne aussi à l’évidence comme «la cause première». De plus, les dichotomies de type discours-image simplifient dangereusement l’état des choses, des représentations, des mots et des pratiques signifiantes; pourtant ces dichotomies introduisent une clarté relative dans le champ touffu de la production de signifiances et de la charge figurale.
  7. Les systèmes d’écriture, les liens entre langues et types d’écritures, les formes combinant pictogrammes, logogrammes, phonogrammes, le destin des langues et les nouveaux supports de l’écriture, le destin des images et les réseaux informatiques, la conjonction de données analogiques et numériques, la relation incertaine entre les signes et les choses: voilà quelques-unes des dimensions-clés qui débouchent sur une nouvelle problématique concernant la nature de la logique binaire discours/image.
  8. On pourrait lire « Alphabets, envolée céleste, retombés sur terre» comme une constellation d’œuvres-propositions-dispositifs où des lettres, des traces, des matériaux se combinent à « la théâtralité séculaire» des sensations et du sens, du plaisir et de l’aporie.
  9. Les lettres en tant que formes, produits d’une action collective innovatrice, unités structurelles de mots et de pensées, participent à la fois du monde abstrait de la raison, de la confrontation et de l’efficience (autrement dit d’un «ciel» inaccessible encore que balisé) et du monde directement existant, et ce avec leur matérialité, leur référence aux choses, leur implication dans la transformation de la réalité de la nature et de l’homme.« Alphabets, envolée céleste, ancrage sur terre », comme adhésion à l’aventure, à l’épreuve humaine, tant au niveau de la transformation de la réalité qu’à celui de l’évaluation des possibilités d’appréhender cette réalité.
  10. « Alphabets, de ciel, de terre », comme prétexte et comme moyens d’apprécier/de réapprécier le visible et le sonore, le directement matériel et le signifié, la coexistence de l’imaginaire et du chosal, la parole et le geste, l’articulation de la main, de l’œil et de l’esprit. En ce sens, l’association de supports et de techniques empruntés à la poésie, à ta peinture, à la photo, à la vidéo et à l’installation (autrement dit une approche qui se réclame des intermedia) permet l’émergence du «corps» de l’exposition.
  11. Fragilité, vulnérabilité, multiplicité et complexité caractérisent le matériau de l’exposition, dans un solide rapport- parallélisme avec les codes langagier, les règles morphoplastiques et le contexte socioculturel de ce siècle nouveau.  Entre « ciel» et « terre, mais aussi dans le «ciel» et sur « terre »,avec «le ciel» et « la terre ».

2007-2009 | Philippe Lacoue-Labarthe

Periphrases